Γράφει ο Σολωμός το 1824 στο «Διάλογό» του: «Αλλά, Κύριε, δεν ηξέρεις τι συλλογίζεσαι. Να αλλάξης τη γλώσσα ενός λαού! […] άμε ναύρης τους πολεμάρχους, ψηλάφησέ τους τες λαβωματιές, και πες τους ότι πρέπει να τες λεν τραύματα·». Ψάχνω τη γνησιότερη γλώσσα της εποχής στα Απομνημονεύματά του Μακρυγιάννη. Επεξεργασία/ εύρεση/ λαβ και βρίσκω λαβωμένους, λαβώθηκαν, λαβώνονταν κλπ. Επεξεργασία/ εύρεση/ τραύ, τίποτα... Επεξεργασία/ εύρεση/τραυ, τίποτα. Επεξεργασία/ εύρεση/τραβ (μήπως) τίποτα... [1] Ο Σολωμός είχε δίκιο. Ψάχνω στη γλώσσα της εποχής μας, γκουγκλάρω, λαβωματιές: 2510, τραύματα 171.000. Η γλώσσα ενός λαού άλλαξε επειδή το συλλογίστηκε ένας Κύριος Σοφολογιότατος στο Διάλογο του Σολωμού... Ο Σολωμός είχε άδικο.
Κατά τον ίδιο τρόπο οι λόγιοι του 19ου αιώνα ξανάβαλαν, με διαφορετική σημασία, στο λεξιλόγιο αρχαίες λέξεις όπως: αλληλογραφία, θερμοκρασία, υπάλληλος, βιομήχανος, ταχυδρόμος. Κατασκεύασαν άλλες όπως: πολιτισμός, ζαχαροπλαστείο, πανεπιστήμιο, δημοσιογράφος, πρωτοβουλία, ποδήλατο, πολυβόλο, θερμοσίφωνο, λεωφορείο. Υιοθετήθηκαν λέξεις που κατασκεύασαν ξένοι λόγιοι: αεροπλάνο, τηλέφωνο, ανέκδοτο, νεκρολογία. Μεταφράστηκαν ξένοι όροι και δημιουργήθηκαν λέξεις όπως: αυτοκίνητο, σιδηρόδρομος, αλεξικέραυνος, βραχυκύκλωμα, γραφειοκρατία, ουρανοξύστης, διεθνής. Επίσης, σε πολλές περιπτώσεις αντικαταστάθηκαν λέξεις δάνεια με λέξεις από τα αρχαία ελληνικά ή καινούριες που κατασκευάστηκαν με αρχαιοελληνικές ρίζες. Ακόμη, επανήλθε στην προφορική γλώσσα ο τύπος της γενικής του ενικού σε –τος (του πράγματος, αντί του πραμάτου). Η κλίση των θηλυκών που προέρχονταν από την τρίτη κλίση, όπως κυνέρνηση, βάφτιση πήρε υβριδική μορφή. Η παλιότερη προφορική γλώσσα ήξερε μόνο: οι/τις βάφτισες. Σήμερα έχουμε: οι/τις βαφτίσεις, οι/τις κυβερνήσεις, οι/τις αποδείξεις. Τέλος ξαναχρησιμοποιούνται τύποι μετοχής του παρακειμένου με αναδιπλασιασμό έπειτα από απουσία 1500 χρόνων από τον προφορικό λόγο.[2]
Φαίνεται ότι οι θεσμοί ρυθμίζουν τη γλώσσα, πολύ περισσότερο από όσο νομίζουμε. Ίσως γιατί οι ρυθμίσεις απαιτούν χρόνο για να καθιερωθούν, ίσως γιατί ζούμε μέσα σε αυτές τις ρυθμίσεις και αυτό μας εμποδίζει να τις αντιληφθούμε. Γιατί, όμως, αυτή η ανάγκη να ρυθμίζεται η γλώσσα; Το ερώτημα μας βγάζει έξω από τη γλώσσα, στις ιστορικές και κοινωνικές συνθήκες. Ίσως συζητήσουμε αυτό το ερώτημα σε ένα άλλο ποστ...
Γράφει ο Μακρυγιάννης: «Και αφού μάθετε ότι φέρθηκα τιμίως και ιδήτε σημειωμένα έγγραφα και απόδειξες, αρχή και τέλος, από διαφόρους, από κυβέρνησες και από αρχές...»
Βασίλης Συμεωνίδης
[1] Τα απομνημονεύματα του Μακρυγιάννη από τη Βικιθήκη
[2] Η παράγραφος είναι βασισμένη στο άρθρο του P. Mackridge «Η Νεοελληνική Γλώσσα» στις επτά ημέρες της Καθημερινής, 3/10/1990, σελ. 22-25
1 σχόλιο:
Ανάλογο ενδιαφέρον έχει και μια μαρτυρία του Ι.Θ.Κακριδή, ο οποίος αναφέρει σ'ένα βιβλίο του πως όταν στη μάχη της Κρήτης οι κρητικοί έβλεπαν τα γερμανικά αλεξίπτωτα να πέφτουν έλεγαν πως πέφτουν "ουρανίτες" μια και δεν είχαν ξαναδεί ούτε είχαν ξανακούσει γι' αλεξίπτωτα. Ο Κακριδής, λοιπόν, σχολιάζει πως η εμμονή στο λογιοτατισμό οδήγησε αυτή τη ζωντανή, απλή και βιωματική λέξη να εξαφανιστεί τελείως. Αντίθετα καθιερώθηκε η κατασκευασμένη από λόγια στοιχεία λέξη "αλεξιπτωτιστής" που, όπως ισχυρίζεται ο σπουδαίος αυτός φιλόλογος, δεν ταιριάζει καθόλου στη φωνητική των νεοελλήνων και μοιάζει με φτέρνισμα κόκορα!
Δημοσίευση σχολίου