Δευτέρα 26 Οκτωβρίου 2009

ερασμιακή ανάγνωση αρχαίων ελληνικών κειμένων

(οι αρχαίοι δε μιλούσαν ελληνικά;)
.
Τα δύο βίντεο που μπορείτε να δείτε παρακάτω προβλήθηκαν στην τάξη. Προβάλλουν αποσπάσματα από τον λόγο του Δημοσθένη Υπέρ Κτησιφώντος περί του Στεφάνου 199-200 και το προοίμιο της Ιλιάδας Α 1-7. Η οπτική παράσταση του αρχαίου κειμένου συνοδεύεται από την ερασμιακή ανάγνωσή του. Τα βίντεο δημιουργήθηκαν με αξιοποίηση υλικού που βρήκαμε στην παρακάτω σελίδα http://www.rhapsodes.fll.vt.edu/Greek.htm

Δημοσθένης, Υπέρ Κτησιφώντος περί του Στεφάνου 199-200

Όμηρος, Ιλιάδα Α 1-7


Αυτό που ενδιαφέρει είναι οι αντιδράσεις των μαθητών και κάποια σχόλια που μπορούν να γίνουν για αυτές

Στη συζήτηση που ακολούθησε, στην Α΄ Λυκείου, οι μαθητές μίλησαν γι’ αυτό που κυρίως τους εντυπωσίασε ή τους παραξένεψε: «Είναι διαφορετικά από ό,τι μιλάμε και διαβάζουμε εμείς», «με ξένισε, γιατί μου φαινόταν οικεία γλώσσα, τώρα μου φαίνεται ξένη», «τελικά δεν μαθαίνουμε τη γλώσσα, σημασία έχει η γραμματεία», «μου φαίνεται ότι θα ήταν φαντασμαγορικό να τη μαθαίναμε με αυτή την προφορά, σα ξένη γλώσσα», «αρχικά δεν κατάλαβα ότι ήταν αρχαία ελληνικά, γέλασα», «ίσως θα ήταν προτιμότερο να μη διδάσκεται η αρχαία ελληνική υποχρεωτικά, αλλά μόνο σε όσους το επιλέγουν, είναι χρήσιμο άκουσμα για να ξέρουμε σχετικά με την ιστορία της γλώσσας», «θα μπορούσε να διδάσκεται με διάκριση επιπέδων», «ίσως αυτή η προσέγγιση μπορεί να βοηθήσει στην αντίληψη της ορθογραφίας, γίνεται κατανοητή η διαφορά ανάμεσα στους δίφθογγους της αρχαίας και τα δίψηφα της νεοελληνικής», «είναι γλώσσα δύσκολη για μας». Αυτές ήταν κάποιες από τις κρίσεις που διατύπωσαν οι μαθητές της Α΄ Λυκείου.

Αυτό που κέρδισαν οι μαθητές είναι μια παράξενη οικειότητα για την αρχαία ελληνική που παρουσιάζεται τόσο όμοια με τη νεοελληνική γλώσσα, αλλά είναι πολύ διαφορετική. Αντιλαμβάνονται την έννοια της ορθογραφίας και εξηγούν τις δυσκολίες και τον «παραλογισμό» που χαρακτηρίζει την ιστορική ορθογραφία. Τελικό και σημαντικό είναι το αίσθημα αποενοχοποίησης για τις δυσκολίες που συναντούν στο μάθημα της αρχαίας ελληνικής γλώσσας.

Ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι αντιδράσεις των παιδιών και στο Γυμνάσιο. Οι πρώτες αυθόρμητες απαντήσεις ήταν πως πρόκειται για αγγλικά, τούρκικα και σλαβικά. Στη Β΄ γυμνασίου, όταν κάποιος μαθητής υπέθεσε πως ήταν αρχαία ελληνικά, ακούστηκε το σχόλιο: «Μα, καλά, αν ήταν δεν θα καταλαβαίναμε έστω και κάτι;» Κυριάρχησε η ερώτηση: «Γιατί τότε μαθαίνουμε τα αρχαία αφού δεν είναι αυτά που ακούσαμε;». Χαρακτηριστική είναι η υπόθεση μαθητή της Α΄ Γυμνασίου: «Μάλλον πρόκειται για Έλληνα ο οποίος προσπαθεί να μιλήσει τ’ αρχαία με αγγλική προφορά γιατί απευθύνεται σε Άγγλο!» Επίσης η διαφοροποίηση της γλώσσας σε φωνητικό επίπεδο φάνηκε να τους είναι τελείως άγνωστη και αυτό προκάλεσε έκπληξη, καθώς θεωρούσαν αυτονόητη τη σύμπτωσή της με τη νεοελληνική προφορά. Τέλος δύο σχόλια των μαθητών ως συμπέρασμα των προηγούμενων: «Ούτε η προφορά είναι ωραία. Μόνο τελικά τα κείμενα αξίζουν σ’ αυτό το μάθημα!» και «Καλύτερα τρεις ώρες γλώσσα παρά αρχαία!» Στο τελευταίο σχόλιο συμφώνησαν σχεδόν όλοι οι μαθητές και των δύο τάξεων.

Σωτήρης Γκαρμπούνης
Βασίλης Συμεωνίδης

Τετάρτη 14 Οκτωβρίου 2009

γραφή και προφορά της αρχαίας ελληνικής γλώσσας

Τον κοιτάει. Είναι νέος – πολύ νέος για καπετάνιος – ως τριάντα χρονών. Όμορφος ΄άντρας, με κορμί αρμονικό και πρόσωπο αδρό μα γλυκό, όπου γυαλίζουν δυο μάτια χρυσαφιά, χαμογελαστά και εξυπνότατα. «Ένας Έλληνας. Έτσι πάντα φανταζόμουν τους Έλληνες. Πρέπει να του μιλήσω ελληνικά».
- Ναουκλερέ καλέ καγκατέ, Χαϊρέ!
Ο καπετάνιος σαστίζει.
- Παρντόν, μαμζέλ. Δεν καταλαβαίνω τι λέτε. Μιλώ γαλλικά, αγγλικά, ιταλικά…
- Πώς! Ελληνικά δεν ξέρετε;
- Διάβολε! Είμαι Έλληνας.
- Η φράση που σας είπα είναι ελληνική. Αρχαία ελληνική.
- Δεν αποκλείεται. Αλλά…
- Τι εννοείτε; Σας βεβαιώνω ότι γνωρίζω πολύ καλά τη γλώσσα των προγόνων σας.
- Εγώ ομολογώ πως δεν είμαι τόσο δυνατός στη γλώσσα των προγόνων μου. Έχετε την καλοσύνη να ξαναπείτε τη φράση;
- Ευχαρίστως. Ναουκλερέ καλέ καγκατέ, Χαϊρέ!
Ο καπετάνιος αναστενάζει, πολύ στενοχωρημένος. Βγάζει από την τσέπη του ένα σημειωματάριο και ένα μολύβι.
- Παρακαλώ, δεν την γράφετε εδώ; Άμα την δω γραμμένη, ίσως την καταλάβω…
Με χέρι νευρικό, γράφει τη φράση. Ο καπετάνιος τη διαβάζει, και ξεσπάει σε γέλιο ομηρικό.
- Ναύκληρε καλέ καγαθέ, χαίρε! Έτσι προφέρεται, κι όχι όπως το είπατε.
- Μιλώ με την ερασμιακή προφορά. Η δική σας, καθώς βλέπω, είναι εντελώς αλλιώτικη.
- Είναι η σωστή. Μου την εξήγησε ο μικρός αδερφός μου, ένας νέος με μεγάλη μόρφωση. Το αποδείχνει, λέει, η μετρική, η προσωδία…
Απόμειναν σιωπηλοί. Κοιτάζονταν και χαμογελούσαν. Κι η Μαρίνα είπε:
- Με συγχωρείτε που σας ενοχλώ, μα δεν έτυχε ποτέ να γνωρίσω Έλληνες. Είδα, λοιπόν, το πλοίο σας, το «Ιμαϊρά»…
- Πώς είπατε; Ιμαϊρά;
- Βεβαίως. Έτσι δε λέγεται το πλοίο σας;
- Όχι, δεσποινίς. Λέγεται Χίμαιρα. Χίμαιρα.



Το παραπάνω απόσπασμα από τη Μεγάλη Χίμαιρα του Μ. Καραγάτση (σελ. 36-37) μπορεί να γίνει καλή αφορμή για να τεθεί εναργώς το ζήτημα της γραφής και της προφοράς της αρχαίας ελληνικής γλώσσας. Ένα ζήτημα που έχει άμεση σχέση και με τη διδασκαλία της αρχαίας ελληνικής κυρίως στο γυμνάσιο, αφού η αποσαφήνισή του θα διαλύσει μύθους και παρεξηγήσεις τόσο για τη γραφή στην κλασική περίοδο όσο και για τη σύγχρονη ορθογραφία.

Στο βιβλίο αρχαία ελληνική γλώσσα της Α΄ Γυμνασίου (Πώς έγραφαν οι αρχαίοι Έλληνες, σελ. 16-17) δίνονται πληροφορίες για τη γραφή της κλασικής περιόδου όπου ανήκουν τα κείμενα της αρχαίας ελληνικής γραμματείας. Η γραφή ήταν κεφαλαιογράμματη. Η μικρογράμματη πολυτονική γραφή καθιερώνεται από τον 9ο μ.Χ αι.

Άρα, όταν διδάσκουμε τα αρχαία ελληνικά γραμμένα με πολυτονική μικρογράμματη γραφή δε διδάσκουμε τίποτα για τη γραφή της κλασικής περιόδου όπου εντάσσονται. Και αν η μικρογράμματη γραφή, εφόσον αποτελεί τον τρόπο γραφής της νεοελληνικής, είναι οικεία και δε δημιουργεί πρόβλημα, το πολυτονικό συνιστά ζήτημα αυξημένης δυσκολίας για τους μαθητές. Οι πολλοί κανόνες και οι ασάφειες σχετικά με τα δίχρονα απωθούν τους μαθητές. Η εκμάθησή του δεν επιτυγχάνεται ούτε στους καλούς μαθητές.

Επίσης, στο ίδιο βιβλίο αρχαία ελληνική γλώσσα της Α΄ Γυμνασίου (Φθόγγοι και γράμματα, σελ. 18-19) δίνονται λίγες πληροφορίες για την προφορά της αρχαίας ελληνικής. Συγκεκριμένα σημειώνεται ότι «τα βραχύχρονα φωνήεντα προφέρονταν όπως και σήμερα», αλλά τότε πώς προφέρονταν τα ΠΕΡΙΚLΕS, ΑΡΙSSΤΕΙΔΕS που εικονίζονται στη σελίδα 18; Αναφέρεται ότι «τα σύμφωνα προφέρονταν σε γενικές γραμμές όπως και σήμερα. Ιδιαίτερη προφορά είχαν π.χ. το ‘‘β’’, που προφέρονταν ‘‘μπ’’, το ‘‘δ’’ που προφέρονταν ‘‘ντ’’ και το ‘‘γ’’, που προφέρονταν ‘‘γκ’’. Δεν αναφέρεται, ωστόσο, τίποτα για την προφορά του «υ», των θ,φ,χ που είναι στιγμικά και όχι τριβόμενα κατά τη κλασική εποχή, του δασυνόμενου «ρ» και του «ζ». Επίσης όσον αφορά τις διφθόγγους το βιβλίο επισημαίνει ότι «αποτελούνταν από δύο φωνήεντα που προφέρονταν γρήγορα μαζί σε μία συλλαβή» και ότι σήμερα «χαρακτηρίζονται «δίψηφα» και προφέρονται σαν ένα φωνήεν.» Τι σημαίνει χαρακτηρίζονται; Δηλαδή δεν είναι; Το ρήμα «χαρακτηρίζονται» δεν ξεκαθαρίζει στα παιδιά του γυμνασίου ότι πρόκειται για άλλους φθόγγους που δεν έχουν πλέον σήμερα καμία φωνητική σχέση μ’ αυτούς που εκφράζανε οι συγκεκριμένοι συνδυασμοί γραμμάτων στην κλασική εποχή. Επιπλέον μέσα στις αρχαιοελληνικές διφθόγγους που σήμερα «χαρακτηρίζονται» δίψηφα φωνήεντα περιλαμβάνει το βιβλίο και τα αυ, ευ! Με λίγα λόγια, η απόλυτη σύγχυση. Τέτοιες πρόχειρες προσεγγίσεις είναι μάλλον προσχηματικές για να σκεπάσουν κάτω από το χαλί βαθιές διαφορές της αρχαιοελληνικής γλώσσας από τη νεοελληνική.

Αν θέλουμε, όμως, πράγματι να διδάξουμε την αρχαία ελληνική χρειάζεται να εντοπίσουμε, να σχολιάσουμε και να εξηγήσουμε με σαφήνεια όλες τις διαφοροποιήσεις μεταξύ των δύο γλωσσών σε όλα τα πεδία που συνιστούν το σύστημα της γλώσσας. Και η φωνητική είναι μια εξίσου με τις άλλες σημαντική πτυχή των γλωσσών που τις κάνει ξεχωριστές. Ειδικά για τα αρχαία ελληνικά εξηγεί τη γραφή τους και δικαιολογεί και τη σύγχρονη ιστορική ορθογραφία. Είναι, για παράδειγμα, ενδιαφέρον να καταλάβουν οι μαθητές ότι η αρχαιοελληνική ορθογράφηση είναι φωνητική και ότι τα παιδιά της ηλικίας τους δεν αγχώνονταν για την ορθογραφία! Η εμπειρία λέει ότι μια τέτοια ιστορική αναδίφηση γοητεύει τα παιδιά, καθώς τα προκαλεί να δοκιμάσουν ν’ ακούσουν μια γλώσσα που δε μιλιέται κι έτσι να δημιουργήσουν ένα ηχητικό ντοκουμέντο μιας άλλης εποχής.

Εξαιρετικό βοήθημα για να αντιληφθούν παραστατικά οι μαθητές τη διαφορετική προφορά είναι η εργασία της Ελένης Αντωνοπούλου στην πύλη για την ελληνική γλώσσα. Μπορούμε να αξιοποιήσουμε το βίντεο που δημιουργήσαμε και που βασίζεται στο υλικό της σχετικής σελίδας.

Φυσικά, δε μπορούμε και δεν υπάρχει λόγος να διδάξουμε την αρχαιοελληνική προφορά. Έτσι κι αλλιώς μόνο κατά προσέγγιση θα ήταν δυνατό να τη μιμηθούμε. Μια τέτοια προσπάθεια έχει μόνο ενημερωτικό χαρακτήρα για να διαπιστώσουν οι μαθητές την πρώτη σημαντική αλλά αφανή (ή μήπως αποσιωπημένη;) διαφορά μεταξύ των δύο γλωσσών και να συνειδητοποιήσουν πως αν συναντούσαν το Σωκράτη δε θα καταλάβαιναν τίποτα από τα λεγόμενά του, ακόμη κι αν ήταν πολύ καλοί γνώστες της αρχαίας ελληνικής. Τη στιγμή λοιπόν που οι μαθητές δεν γνωρίζουν τίποτε γύρω από το φωνητικό σύστημα της αρχαίας ελληνικής ερχόμαστε να τους διδάξουμε τη γλώσσα μέσα από ένα σύστημα γραφής εντελώς άγνωστο στους αρχαίους έλληνες: το μικρογράμματο πολυτονικό. Έτσι μ’ έναν αβίαστο τρόπο εμπεδώνουν τα παιδιά την αντιεπιστημονική ταύτιση της γλώσσας με τη γραφή. Και ακόμη παραπέρα: αφού η μικρογράμματη γραφή είναι ίδια με τη δικιά μας τότε σίγουρα είναι ίδια και η γλώσσα! Κι αν το μικρογράμματο σύστημα γραφής αποτέλεσε φυσική συνέχεια του κεφαλαιογράμματου, δεν διευκρινίζουμε ποτέ στους μαθητές ότι το πολυτονικό επινοήθηκε για να διευκολύνει όχι μόνο τους αλλόγλωσσους που μάθαιναν τα ελληνικά αλλά και τους ελληνόγλωσσους που δεν αναγνώριζαν πλέον τη γλώσσα της κλασικής περιόδου γιατί είχε αλλάξει πολύ. Υπάρχει δηλαδή ουσιώδης ανάγκη γνώσης για τη γλώσσα και τη σχέση γραφής και γλώσσας, που οπωσδήποτε δε συνιστούν ταυτόσημες έννοιες όπως στρεβλά διαχέεται στην κοινή (και όχι μόνο) αντίληψη.

Στο εξαιρετικό βιβλίο «ιστορία της αρχαίας ελληνικής γλώσσας» ο Α.-Φ. Χριστίδης σημειώνει (σελ. 116) «Οι ξένοι προφέρουν τα αρχαία ελληνικά με τη λεγόμενη ερασμιακή προφορά (από το όνομα του Ολλανδού σοφού Έρασμου, του 16ου αιώνα). Η ερασμιακή προφορά είναι μια προσπάθεια προσέγγισης της αρχαίας προφοράς. Με άλλα λόγια, όταν προφέρουμε τα αρχαία ελληνικά με την ερασμιακή προφορά, δεν τα διαβάζουμε με τη νεοελληνική προφορά αλλά με τον τρόπο που υποθέτουμε ότι προφέρονταν στην αρχαιότητα. Για μας εδώ στην Ελλάδα αυτό ακούγεται παράξενα ή και ενοχλητικά, (α) γιατί δεν έχουμε συνηθίσει να ακούμε τα αρχαία ελληνικά με προφορά άλλη από τη νεοελληνική, και (β) γιατί ως μαθητές δε μάθαμε ποτέ ότι η ελληνική γλώσσα άλλαξε σημαντικά μέσα στο χρόνο, τόσο στην προφορά όσο και σε άλλες όψεις της (σύνταξη, λεξιλόγιο κλπ.). Και αυτό το δεύτερο ευθύνεται για τις συχνά βίαιες αντιδράσεις στην ερασμιακή προφορά των ξένων. Εμείς μπορούμε να συνεχίσουμε να διαβάζουμε τα αρχαία ελληνικά με τη νεοελληνική προφορά, αρκεί να ξέρουμε ότι οι αρχαίοι Έλληνες δεν τα πρόφεραν έτσι – ότι η γλώσσα άλλαξε μέσα στο χρόνο. Και αυτό δεν είναι καθόλου κακό. Όλες οι γλώσσες αλλάζουν μέσα στον χρόνο».

Βασίλης Συμεωνίδης
Σωτήρης Γκαρμπούνης

Υ.Γ. Η «ιστορία της αρχαίας ελληνικής γλώσσας» του Α.-Φ. Χριστίδη είναι ένα χρηστικό βιβλίο που συντάχτηκε στα πλαίσια του προγράμματος «αρχαιογνωσία και αρχαιογλωσσία στη μέση εκπαίδευση» το οποίο ανατέθηκε από το ΥΠΕΠΘ στο Κέντρο Εκπαιδευτικής Έρευνας. Χαρακτηρίζεται από επιστημονική πληρότητα, σαφή και ψύχραιμη παρουσίαση της ιστορίας της αρχαίας ελληνικής. Επίσης, από παιδαγωγική δομή και ευαισθησία. Αυτό το εξαιρετικό σύγγραμμα με κανένα τρόπο δεν έχει ενταχθεί στη διδασκαλία της αρχαίας ελληνικής. Φοβόμαστε πως ούτε πρόκειται…

Τρίτη 13 Οκτωβρίου 2009

για την προφορά της αρχαίας ελληνικής (Ευάγγελος Β. Πετρούνιας)

Στην Ελλάδα η «ερασμιακή» προφορά εξακολουθεί να αντιμετωπίζεται αρνητικά από πολλούς μορφωμένους, που θεωρούν περίπου δείγμα εθνικής μειοδοσίας την παραδοχή της αλλαγής της προφοράς από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα. Ίσως σε μερικούς υπεισέρχεται και ο φόβος πως η συνειδητοποίηση της διαφορετικής προφοράς της αρχαίας γλώσσας θα ήταν δυνατό να οδηγήσει σε υπονόμευση της ιδέας της ιστορικής ορθογραφίας. Καθώς η ιστορική ορθογραφία συγκαλύπτει τις σημαντικές αλλαγές του φωνολογικού συστήματος της ελληνικής, είναι εύκολο να φαντάζεται κάποιος πως η προφορά δεν εξελίχτηκε από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα, ενώ δεν θα ισχυριζόταν κάτι τέτοιο για τη μορφολογία και τη σύνταξη, γιατί σε αυτούς τους γλωσσικούς τομείς δεν υπάρχει τρόπος να συγκαλυφτούν οι διαφορές.
.
[...]
Από τους ευρωπαίους κλασικούς φιλολόγους πιο κοντά στην αρχαία προφορά βρίσκονται οι Iταλοί και οι ισπανόφωνοι· όχι επειδή έχουν κάποιες ιδιαίτερες ικανότητες ή επειδή κάνουν ειδική εξάσκηση, αλλά επειδή τα ορθογραφικά συστήματα των γλωσσών τους έχουν σχετικά λιγότερες ασυνέπειες από ό,τι τα ορθογραφικά συστήματα άλλων δυτικοευρωπαϊκών γλωσσών, ή των νέων ελληνικών, και επομένως τυχαίνει να πλησιάζουν περισσότερο τη λογική συνέπεια του γραφικού συστήματος των αρχαίων ελληνικών.
.
[...]
Μειονεκτήματα της νεοελληνικής προφοράς: Διαφέρει πολύ από την προφορά της κλασικής εποχής. Δημιουργεί την εντύπωση γλώσσας που δεν διέθετε το ιδιαίτερό της φωνολογικό σύστημα. H παντελής άγνοια της αρχαίας κατάστασης διαστρεβλώνει το φωνολογικό σύστημα των αρχαίων ελληνικών, με συνέπεια να συσκοτίζει και τη μορφολογία της γλώσσας. Για παράδειγμα, διδασκαλία που δεν κάνει διάκριση προφοράς και επομένως ούτε και μορφολογίας ανάμεσα σε κλίσεις ρημάτων όπως: ποιεῖς - δηλοῖς, λύεις - λύῃς - λύοις, και εκατοντάδες αντίστοιχες περιπτώσεις, κινδυνεύει να υποβαθμίσει τη διδασκαλία της αρχαίας γλώσσας σε μάταιη ορθογραφική αποστήθιση. Τέλος, δημιουργεί ανυπέρβλητα ορθογραφικά προβλήματα. Ιδιαίτερα χαρακτηριστική είναι σε αυτό το θέμα η επιταγή της γραφής δύο διαφορετικών τονικών σημαδιών (οξείας και περισπωμένης, κάποτε ακόμη και βαρείας), τη στιγμή που ούτε ειδικοί επιστήμονες δεν μπορούν να ισχυριστούν με βεβαιότητα τί ακριβώς διακρίσεις συμβολίζουν αυτά τα ορθογραφικά σημάδια. Ακόμη και η χρήση των πνευμάτων εξισώνεται με τα τονικά σημάδια, χωρίς συνήθως να γίνεται η παραμικρή υπόδειξη πως η δασεία συμβολίζει κάποιο συγκεκριμένο σύμφωνο.
.
Ώστε, ενώ δεν θα ήταν δυνατή στην ελληνική σχολική πράξη η συστηματική προσπάθεια αναπαραγωγής της αρχαίας προφοράς, και μάλιστα όπως αυτή εξελισσόταν ανάλογα με τις διάφορες περιόδους της, επιβάλλεται να εξηγείται το φωνολογικό και φωνητικό σύστημα της αρχαίας ελληνικής καθώς και η εξέλιξή του, γιατί αλλιώς δεν είναι δυνατό να γίνει κατανοητό ούτε το γραμματικό της σύστημα, και γενικά προσφέρεται μια στρεβλή εικόνα της αρχαίας γλώσσας.
.
Ευάγγελος Β. Πετρούνιας
.
Απόσπασμα από το Η πρoφoρά της αρχαίας ελληνικής στους νεότερους χρόνους. Στο Ιστορία της ελληνικής γλώσσας: Από τις αρχές έως την ύστερη αρχαιότητα, επιμ. Α.-Φ. Χριστίδης, 947-957. Θεσσαλονίκη: Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας και Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών [Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη].
το κείμενο παρατίθεται ολόκληρο στη
σελίδα της Πύλης για την Ελληνική Γλώσσα

Δευτέρα 5 Οκτωβρίου 2009

προληπτικό κατηγορούμενο και απροκατάληπτες σκέψεις

Και αυτό το ποστ (όπως και τα δύο προηγούμενα) έχει αφετηρία τις ίδιες μεθοδολογικές αρχές, τις οποίες και προσπαθεί να εφαρμόσει συγκεκριμένα. (Από το κείμενο στη λέξη, στο συντακτικό της ρόλο και στο γραμματικό της τύπο. Από τη γνώση της γλώσσας στη γνώση για τη γλώσσα. Από τα νεοελληνικά στα αρχαία, δηλαδή από τα γνωστά στα άγνωστα. Επισήμανση των διαφορών που έχει η αρχαία ελληνική γλώσσα από τη νεοελληνική και εξήγηση αυτών των διαφορών).

Να επισημάνω ότι το μόνο που προαπαιτείται είναι επαρκής κατάκτηση και καλή γνώση της νεοελληνικής. Δηλαδή τίθεται εμμέσως το αίτημα να καταργηθεί η διδασκαλία της αρχαίας ελληνικής γλώσσας στο Γυμνάσιο. Και αυτό γιατί όχι μόνο δεν προσφέρει επαρκείς γνώσεις στους περισσότερους μαθητές, αλλά επιπλέον προκαλεί σύγχυση ανάμεσα στις δύο γλώσσες και αρνητικά συναισθήματα απέναντι στην αρχαία ελληνική, δηλαδή κάνει απείρως δυσκολότερη τη δημιουργία του απαραίτητου παιδαγωγικού κλίματος. Σε πολλούς μαθητές ο αρνητισμός απέναντι στο μάθημα είναι μη-αναστέψιμος (και μάλιστα σε τμήματα 30 μαθητών).

Άρα, αυτές οι προτάσεις διδασκαλίας συνδέονται και με τα τρία βασικά αιτήματα που θέτουμε στο πρώτο κείμενο συμφωνίας σε αυτό εδώ το μπλογκ: «η διδασκαλία της αρχαίας ελληνικής γλώσσας στο Γυμνάσιο πρέπει να καταργηθεί ως απόλυτα αδιέξοδη, παράλληλα να ενισχυθεί η διδασκαλία της αρχαίας ελληνικής γραμματείας από δόκιμες μεταφράσεις. Στο Λύκειο πρέπει να ανοίξει μια ουσιαστική συζήτηση που θα επαναπροσδιορίσει στόχους, μεθόδους και διδακτέα ύλη».

Επιμένω: δε μπορεί να κριθεί συνολικά η αποτελεσματικότητα της μεθοδολογικής αυτής πρότασης εφόσον οι μαθητές έχουν διδαχθεί αρχαία ελληνική γλώσσα στο Γυμνάσιο. Αυτό είναι κάτι που εμποδίζει την πρόσληψή της στο Λύκειο. Επίσης, αυτή η μεθοδολογική πρόταση δεν είναι κατάλληλη για τη διδασκαλία της αρχαίας ελληνικής στο Γυμνάσιο, γιατί δεν έχει ολοκληρωθεί στον απαιτούμενο βαθμό η κατάκτηση και η γνώση της νεοελληνικής από τους μαθητές.

Εν ολίγοις δε μπορούμε να απομονώσουμε τη μέθοδο από το αίτημα να καταργηθεί η διδασκαλία της αρχαίας ελληνικής γλώσσας στο Γυμνάσιο.

Οι οπαδοί της διδασκαλίας της αρχαίας ελληνικής στο Γυμνάσιο τα μόνα που έχουν επιδείξει εδώ και δεκαεφτά χρόνια (από την επανεισαγωγή της το 1992) είναι η ιδεολογική κατήχηση περί ενιαίας γλώσσας – που σημαίνει υποτίμηση των διαφορών οι οποίες συνιστούν και βασικές δυσκολίες εκμάθησης – και η εμμονή στην άθλια γραμματοσυντακτική μέθοδο – που ακρωτηριάζει τη γραμματεία.

Μετά από αυτό το «ξεκαθάρισμα» ολοκληρώνουμε με τη διδασκαλία που αφορά το

προληπτικό κατηγορούμενο


Ξεκινάμε από τη νεοελληνική και τι σπουδάζει ο μεγαλύτερος αδερφός κάποιου μαθητή. Έτσι οδηγούμαστε στις… γνωστές φράσεις, τη δομή των οποίων μπορούν να ακολουθήσουν οι μαθητές και να προστεθούν νέες φράσεις μέσα στη συζήτηση.

Ο αδερφός μου σπουδάζει γιατρός.
Η πολυκατοικία χτίζεται ψηλή.
Το αποτέλεσμα εξελίσσεται
απρόοπτο.

Αν μείνουμε στην παραδοσιακή ορολογία του συντακτικού τότε μιλάμε για προληπτικό κατηγορούμενο που αποδίδεται με ρήματα που δηλώνουν σκοπό ή εξέλιξη και αποδίδουν στο υποκείμενο ιδιότητα που δεν έχει ακόμα, αλλά θα αποκτήσει στο μέλλον.


Περνάμε στα αρχαία ελληνικά και στις παρακάτω φράσεις. Η δομή ως προς το προληπτικό κατηγορούμενο είναι ίδια, οπότε δε θα υπάρξει μεγάλη δυσκολία να γίνουν αντιληπτά τα παραδείγματα.

ΔΗΜ 2.5 πάντα διεξελήλυθεν (Φίλιππος) οἷς πρότερον παρακρουόμενος μέγας ηὐξήθη (ο Φίλιππος χρησιμοποίησε όλα τα μέσα, με τα οποία εξαπατώντας έφτασε σε μεγάλη ακμή κατά το παρελθόν).
ΞΕΝ ΚΠαιδ 4.2.3 τὸ Κύρου ὄνομα μέγιστον ηὔξητο (η φήμη του Κύρου έφτασε στο ύψιστο σημείο της).
ΠΛ Πρωτ 327b ἀλλὰ ὅτου ἔτυχεν ὁ ὑὸς εὐφυέστατος γενόμενος εἰς αὔλησιν, οὗτος ἂν ἐλλόγιμος ηὐξήθη (αλλά όποιου ο γιος έτυχε να γεννηθεί εξαιρετικά προικισμένος για αυλητής, αυτός θα διακρινόταν και θα γινόταν φημισμένος).

καταλήγουμε

Προληπτικό κατηγορούμενο ή του αποτελέσματος. Τα ρήματα που σημαίνουν εξέλιξη, όπως αὔξομαι, αὐξάνομαι, αἴρομαι (υψώνομαι), τρέφομαι, πνέω, ῥέω κ.τ.ό. δέχονται κατηγορούμενο το οποίο αποδίδει στο υποκείμενό τους μιαν ιδιότητα την οποία δεν έχει ακόμη, αλλά θα είναι το τελικό αποτέλεσμα της εξέλιξης που δηλώνει το ρήμα.

Παραπέμπουμε στο σχολικό συντακτικό της αρχαίας ελληνικής που συνέταξε ο Α.Β. Μουμτζάκης, στις σελίδες 15-16.

Άσκηση

ζητάμε από τους μαθητές να διαβάσουν το παρακάτω κείμενο με μόνο σκοπό να εντοπίσουν το προληπτικό κατηγορούμενο

ξύνδεσμος δ' ἦν αὐτοῖς τὰ ξύλα, τοῦ μὴ ὑψηλὸν γιγνόμενον ἀσθενὲς εἶναι τὸ οἰκοδόμημα, καὶ προκαλύμματα εἶχε δέρσεις καὶ διφθέρας, ὥστε τοὺς ἐργαζομένους καὶ τὰ ξύλα μήτε πυρφόροις οἰστοῖς βάλλεσθαι ἐν ἀσφαλείᾳ τε εἶναι. ᾔρετο δὲ τὸ ὕψος τοῦ τείχους μέγα, καὶ τὸ χῶμα οὐ σχολαίτερον ἀντανῄει αὐτῷ. (ΘΟΥΚ 2.75.6)

Βασίλης Συμεωνίδης

Αξιοποιήθηκε υλικό από την πύλη για την ελληνική γλώσσα. Συγκεκριμένα http://www.greek-language.gr/greekLang/ancient_greek/tools/composition/page_004.html

Σάββατο 3 Οκτωβρίου 2009

γενική κατηγορηματική

Το προηγούμενο ποστ ήταν η αποτύπωση της προσπάθειας να διδαχθούν το προληπτικό και το κατηγορούμενο του αντικειμένου με αφετηρία τη νεοελληνική γλώσσα.
.
Ακολουθώντας τις ίδιες αρχές (Από το κείμενο στη λέξη, στο συντακτικό της ρόλο και στο γραμματικό της τύπο. Από τη γνώση της γλώσσας στη γνώση για τη γλώσσα.
Από τα νεοελληνικά στα αρχαία, δηλαδή από τα γνωστά στα άγνωστα. Επισήμανση των διαφορών που έχει η αρχαία ελληνική γλώσσα από τη νεοελληνική και εξήγηση αυτών των διαφορών)
δοκιμάζουμε κάτι πιο δύσκολο, τη
.
διδασκαλία της γενικής κατηγορηματικής
.
Οι παρακάτω φράσεις της νεοελληνικής μπορούν να ενταχθούν εύκολα σε συζήτηση με τους μαθητές:
.
Το κινητό είναι της Μαρίας. (Kτήση)
Η οθόνη είναι δεκαπέντε ιντσών. (Ιδιότητα)
Το στυλό είναι μπλε χρώματος. (Ιδιότητα)
Οι μαθητές είναι δεκάξι χρονών. (Ιδιότητα)
Το τετράδιο είναι πενήντα φύλλων. (Ιδιότητα)
Το κινητό είναι των εκατό ευρώ/ δραχμών. (Αξία)
Ο Χ είναι από τους καλούς μαθητές. (Σύνολο)
Το θρανίο είναι από ξύλο. (Ύλη)
.
Επίσης, εύκολα οι μαθητές μπορούν να αναρωτηθούν τι δείχνει κάθε κατηγορούμενο και να οδηγηθούν στην αντιστοίχιση με τη δεξιά στήλη. Μάλιστα μπορεί να δοθεί ως εύκολη άσκηση.
.
Εδώ προκύπτει το πρώτο πρόβλημα, πρόβλημα ορολογίας. Ο όρος γενική κατηγορηματική χρησιμοποιείται στο Συντακτικό του ΚΕΜΕ, αλλά όχι στα υπόλοιπα νέα βιβλία αναφοράς. Είναι το πρώτο πράγμα που πρέπει να συζητήσουμε με τους μαθητές. Η χρήση του όρου γενική κατηγορηματική είναι μία «παραχώρηση» της νεοελληνικής προς την αρχαία. Παραχώρηση, γιατί, όπως θα φανεί καθαρότερα στη συνέχεια, το συντακτικό της αρχαίας ελληνικής και η ορολογία του δεν μπορούν να περιγράψουν τη νεοελληνική. Η νεοελληνική διαφοροποιείται στη δομή της.
.
Γίνεται φανερή η απουσία σύγχρονου σχολικού συντακτικού της νεοελληνικής. [1]
.
Ίσως είναι καλύτερο να αποφύγουμε την ορολογία και να προχωρήσουμε στο στόχο μας, στην παρουσίαση της γενικής κατηγορηματικής στην αρχαία ελληνική γλώσσα.


1. αἰτία μὲν γὰρ φίλων ἀνδρῶν ἐστὶν ἁμαρτανόντων, κατηγορία δὲ ἐχθρῶν ἀδικησάντων (το παράπονο ενός ανθρώπου αφορά τους φίλους του όταν σφάλλουν, η κατηγορία του όμως αφορά τους εχθρούς του που τον αδίκησαν)
δηλώνει: τον κάτοχο ενός πράγματος ή μιας ιδιότητας (γενική κατηγορηματική κτητική)

2. ὅστις δ' ἐτῶν μέν ἐστιν πλειόνων ἢ πεντήκοντα (όποιος είναι μεγαλύτερος από πενήντα χρονών)
δηλώνει: μια ιδιότητα του υποκειμένου (γενική κατηγορηματική της ιδιότητας)

3. ἀλλὰ χιλίων ἡ δίκη μόνον ἦν δραχμῶν (όμως το πρόστιμο ήταν μόνο χιλίων δραχμών)
δηλώνει: την αξία ενός πράγματος (γενική κατηγορηματική της αξίας)

4. α. ἕως ἔτι βουλῆς ἐστί (Πειθίας) (όσο ήταν ακόμη ο Πειθίας μέλος της βουλής)
β. ἦν δὲ τῶν αἱρεθέντων Καλλίας Ἱππονίκου, Αὐτοκλῆς Στρομβιχίδου … (στους εκλεγμένους πρέσβεις ανήκαν ο Καλλίας ο γιός του Ιππόνικου, ο Αυτοκλής, ο γιος του Στρομβιχίδη)
δηλώνει: το σύνολο, μέρος του οποίου είναι το υποκείμενο (γενική κατηγορηματική διαιρετική)

5. ἡ κρηπίς ἐστι λίθων μεγάλων (το θεμέλιο είναι κατασκευασμένο από μεγάλες πέτρες)
δηλώνει: το υλικό από το οποίο έχει κατασκευαστεί κάποιο αντικείμενο (γενική κατηγορηματική της ύλης)
.
Καταλήγουμε:
.
Πολλές φορές στη θέση ενός κατηγορουμένου που εκφέρεται σε όμοια πτώση με το υποκείμενο βρίσκουμε τη γενική ενός ουσιαστικού η οποία έχει επίσης κατηγορηματική λειτουργία, π.χ. η ομοιόπτωτη εκφορά ἡ οἰκία ἐστὶ πατρική, μπορεί να αντικατασταθεί από την ετερόπτωτη ἡ οἰκία ἐστὶ τοῦ πατρός, όπως συμβαίνει και στα νέα ελληνικά. Η γενική αυτή που έχει θέση κατηγορουμένου ονομάζεται γενική κατηγορηματική και μπορεί να δηλώνει: κτήση, ιδιότητα, αξία, σύνολο, ύλη.
.
Παραπέμπουμε στο σχολικό συντακτικό της αρχαίας ελληνικής που συνέταξε ο Α.Β. Μουμτζάκης, στις σελίδες 19-20.
.
Προσοχή
.
Στον τρόπο που δηλώνεται το σύνολο και η ύλη, στη γενική κατηγορηματική διαιρετική και στη γενική κατηγορηματική της ύλης δεν υπάρχει ομοιότητα, αλλά διαφορά με την νεοελληνική γλώσσα. Η νεοελληνική χρησιμοποιεί ως κατηγορούμενο προθετικό σύνολο, όχι γενική. Ίσως εδώ χρειαστεί να επιμείνουμε περισσότερο.
.
Βασίλης Συμεωνίδης
.
1. (Υπάρχουν ήδη η Γραμματική για την Ε΄ και Στ΄ Δημοτικού των Φιλιππάκη-Warburton, Γεωργιαφέντη, Κοτζόγλου, Λουκά και η Γραμματική της Νέας Ελληνικής Γλώσσας για το Γυμνάσιο των Χατζησαββίδη Σ. και Χατζησαββίδου Αθ. Και τα δυο βιβλία εμπεριέχουν τμήμα για τη Σύνταξη, αλλά δε δόθηκαν στους μαθητές. Με βάση αυτά, το παλιότερο σχολικό Συντακτικό του Κέντρου Εκπαιδευτικών Μελετών και Επιμόρφωσης (Καρανικόλας Αλ. κ.ά.) και τη Γραμματική της Ελληνικής Γλώσσας των D. Holton, P. Mackridge, Ειρ. Φιλιππάκη-Warburton, (Αθήνα: Πατάκης, 1998) έγινε αυτή η προσπάθεια).
2. Αξιοποιήθηκε υλικό από την πύλη για την ελληνική γλώσσα. Συγκεκριμένα http://www.greek-language.gr/greekLang/ancient_greek/tools/composition/page_004.html
3. Αυτή η προσπάθεια, όπως και η προηγούμενη, είναι αποτέλεσμα της συνεργασίας με τους μαθητές του Α5 του 3 ΓεΛ Δράμας. Στην κρίση αυτών θα τεθεί και θα φανεί η αποτελεσματικότητά της