Η ετυμολογία είναι περιοχή της γλωσσολογίας που έχει στόχο να βρει την αρχική μορφή και τη σημασία των λέξεων. Μελετά, επίσης, τον τρόπο σχηματισμού – παραγωγής – εξέλιξης των λέξεων. Κάτι τέτοιο αποδεικνύεται συχνά πολύ δύσκολο και θέτει ζητήματα που δεν απαντιούνται εύκολα. Ας πούμε, ως πιο βαθμό – χρονικό βάθος θα αναζητήσουμε την προέλευση μια λέξης;
Οι προϋποθέσεις για έγκυρη ετυμολόγηση είναι πολλές, από την πολύπλευρη γνώση της γλώσσας ως την εποπτεία της γραμματείας των διάφορων φάσεων και τη γνώση άλλων γλωσσών που συνδέονται με την ελληνική εξαιτίας της κοινής καταγωγής και του δανεισμού γλωσσικών στοιχείων.
Στο σχολείο βέβαια η ετυμολογία δεν αποτελεί ξεχωριστό διδακτικό αντικείμενο – μάθημα, αλλά εντάσσεται στα πλαίσια της διδασκαλίας κυρίως δύο συναφών γνωστικών αντικειμένων, της νεοελληνικής και της αρχαίας ελληνικής γλώσσας. Επίσης, ετυμολογικά σχόλια γίνονται στα πλαίσια άλλων μαθημάτων καθώς η ορολογία των επιστημών συχνά παραπέμπει μορφολογικά στην αρχαία ελληνική γλώσσα.
Η ετυμολογία καθίσταται δυσκολότερη αν δεχτούμε ότι δεν υπάρχουν σε επαρκή βαθμό οι προϋποθέσεις για επιστημονική προσέγγιση. Δηλαδή οι φιλόλογοι και ίσως πολύ περισσότερο οι καθηγητές των άλλων ειδικοτήτων δε μπορούν να έχουν πλήρη τα απαραίτητα εφόδια. Όμως, ας μη βιαστούμε να μεμφθούμε. Προβλήματα στην ετυμολόγηση λέξεων παρουσιάζουν και σημαντικά λεξικά που έχουν καθιερωθεί στη συνείδηση του κόσμου. Άρα, ζητούμενο είναι η συνείδηση των ορίων που θέτει η ελλιπής επιστημονική κατάρτιση και οι αντικειμενικές επιστημονικές δυσκολίες. Έτσι μόνο μπορεί να αποφευχθεί η παρετυμολογία που βασίζεται σε βιασύνη, θολή εικόνα, ιδεολογικές αφετηρίες. Η αναφορά σε λεξικά, και κυρίως στο Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής του Ιδρύματος Τριανταφυλλίδη, μπορεί να καλύψει επαρκώς και τις σχολικές ανάγκες.
Σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να γίνεται η διάκριση ανάμεσα στο
ξέρω τη γλώσσα και στο
ξέρω για τη γλώσσα. Να γίνει σαφές στους μαθητές ότι η ετυμολογία είναι γνώση για τη γλώσσα. Εδώ συγκρουόμαστε με την αντίληψη – ιδεοληψία που θέλει την ετυμολογία απαραίτητη γνώση για τη σωστή χρήση των λέξεων. Γι’ αυτό χρειάζεται να σταθούμε λίγο περισσότερο.
Χωρίς θεωρητικές αναφορές, αλλά με βάση την κοινή πείρα, αντιλαμβανόμαστε ότι η εκμάθηση της μητρικής γλώσσας από τα παιδιά δε βασίζεται στη ετυμολογία των λέξεων αλλά στη χρήση τους μέσα σε επικοινωνιακό πλαίσιο. Κανένας δεν έμαθε να μιλά και να γράφει επειδή του εξηγήθηκε η προέλευση και ο τρόπος σχηματισμού των λέξεων, αλλά επειδή εξασκήθηκε στην αποτελεσματική χρήση τους. Επίσης, όταν μαθαίνουμε ξένες γλώσσες δε διδασκόμαστε την ετυμολογία των λέξεων. Ίσως μάλιστα να μη μας ενδιαφέρει καθόλου κάτι τέτοιο, εφόσον δε συνδέεται με ιδεολογικές παραμέτρους…
Ας δούμε πιο συγκεκριμένα τη σχολική πραγματικότητα.
Στο μάθημα των αρχαίων ελληνικών οι γνώσεις και οι ασκήσεις σχετικά με τα λεξιλογικά στοιχεία οδηγούν
μόνο προς τα νέα ελληνικά. Παρά το ότι τονίζεται η σημασία της αρχαίας ελληνικής για τον ευρωπαϊκό πολιτισμό δεν υπάρχει κάτι που να δείχνει σαφώς τις επιδράσεις της στις ξένες γλώσσες. Επίσης, δεν υπάρχουν στοιχεία που να δείχνουν την αλληλεπίδραση της αρχαιοελληνικής γλώσσας με άλλες γλώσσες σύγχρονές της. Οι αποικισμοί, το εμπόριο, οι πόλεμοι, η εν γένει αλληλεπίδραση των αρχαίων Ελλήνων με άλλους λαούς, δε φαίνεται να άφησαν κανένα ίχνος στη γλώσσα. Αποτέλεσμα των προηγούμενων διαπιστώσεων είναι
η αρχαία ελληνική να παρουσιάζεται σα γλώσσα πρότυπο, έξω από το χρόνο και το χώρο, η οποία αποτελεί μήτρα της νεοελληνικής και μόνο αυτής.
Κατά παρόμοιο τρόπο και στο μάθημα της νεοελληνικής γλώσσας. Οι γνώσεις ετυμολογίας εστιάζονται
μόνο στη σύνδεση λέξεων της νεοελληνικής με την αρχαία. Παραγνωρίζονται τα δάνεια – μεταφραστικά, σημασιολογικά,– που θα έδειχναν την επίδραση που δέχτηκε η νεοελληνική από άλλες γλώσσες. Έτσι
η νεοελληνική παρουσιάζεται ως μονοδιάστατη εξέλιξη – ή και φθορά – της αρχαίας ελληνικής.Συμπέρασμα: η ετυμολογία στο σχολείο ακρωτηριάζεται, εμμένει στο φορμαλισμό και συντελεί στη δημιουργία εντύπωσης ότι η ελληνική γλώσσα έχει αδιάρρηκτη συνέχεια χωρίς ιστορικούς και κοινωνικούς προσδιορισμούς, χωρίς τομές, χωρίς αλληλεπιδράσεις με άλλες γλώσσες από την κλασική αρχαιότητα μέχρι σήμερα. Αυτό συνιστά ιδεολογία και όχι γνώση.
Σωτήρης Γκαρμπούνης
Βασίλης Συμεωνίδης