Απαραίτητες διευκρινίσεις
Η επιστήμη δε δίνει (μόνον) απαντήσεις. Βασική αποστολή της επιστήμης είναι να κάνει ερωτήσεις και μάλιστα, αν είμαστε τυχεροί, τις σωστές ερωτήσεις. Ξεκινάω αυτό το άρθρο χωρίς να υποκρίνομαι ότι έχω απαντήσεις. Θα κάνω λοιπόν κάποιες ερωτήσεις για το θέμα της διδασκαλίας των Αρχαίων στο σχολείο από το πρωτότυπο. Δεν πρόκειται, φυσικά, να παραστήσω ότι πλησιάζω καν στο να εξαντλήσω το θέμα. Ελπίζω όμως να κάνω τις σωστές ερωτήσεις.
Μπαίνω λοιπόν κατευθείαν στο ψητό: γιατί διδάσκονται Αρχαία τα παιδιά μας; Η απάντηση σε αυτό το έρωτημα είναι είτε «για να μιλάνε καλύτερα ελληνικά», είτε «για να γνωριστούν καλύτερα με την αρχαία και την παλιότερη ελληνική γραμματεία». Εδώ προτίθεμαι να κάνω τις ερωτήσεις μου.
Λεξιλόγιο
Η διδασκαλία των Αρχαίων από το πρωτότυπο στη σύγχρονη ενσάρκωσή της δίνει μεγάλη έμφαση στη γνωριμία των μαθητών με το λεξιλόγιο της αρχαίας γλώσσας, προφανώς σε μια προσπάθεια να το καταστήσει χρήσιμο για τη νέα γλώσσα και λειτουργικό. Η ερώτησή μου εδώ είναι η εξής: Έχουμε ενδείξεις ότι κάτι τέτοιο είναι εφικτό; Και εάν ναι, υπάρχει έρευνα που να καταδεικνύει ότι η μεταλαμπάδευση αρχαίων λέξεων στη Νέα Ελληνική μπορεί να επιτευχθεί μέσα από τη συστηματική διδασκαλία του λεξιλογίου και της μορφολογίας της Αρχαίας Ελληνικής; Εάν ναι, καλώς. Εάν όχι, δε θα μπορούσαμε να διαθέσουμε τις διδακτικές ώρες και τους αντίστοιχους πόρους στη διδασκαλία λεξιλογίου κατά τις ώρες του μαθήματος της Νέας Ελληνικής;
Γραμματική
Η διδασκαλία των Αρχαίων από το πρωτότυπο στη σύγχρονη ενσάρκωσή της εξακολουθεί να εστιάζεται σε στοιχεία συντακτικού και στην πλούσια μορφολογία (και δη του ρήματος) της Αττικής διαλέκτου. Όλοι γνωρίζουμε ότι γραμματικά η Αττική διάλεκτος, αλλά και η ελληνιστική Κοινή και οι αττικίζουσες ποικιλίες, διαφέρουν πάρα πολύ από τη Νεοελληνική Κοινή. Οι πάμπολλες λειτουργίες των νεοελληνικών μορίων ‘να’ και ‘θα’ καλύπτονταν από διάφορους ρηματικούς τύπους ή και περιφράσεις της Αρχαίας. Από την άλλη το απαρέμφατο και η δοτική μάς έχουν αφήσει χρόνους εδώ και αιώνες. Και ούτω καθεξής. Συνεπώς δεν μπορούμε να μιλάμε για μπόλιασμα της νεοελληνικής γραμματικής με αρχαιοελληνικές δομές και τύπους. Η ερώτηση λοιπόν έρχεται αβίαστα: Γιατί δίνουμε τόσο μεγάλη έμφαση στη διδασκαλία της γραμματικής της Αρχαίας, και μάλιστα της ρηματικής μορφολογίας της, λ.χ. στην υποτακτική μέσου παρακειμένου;
Κείμενα
Στην τελευταία αυτή ερώτηση υπάρχει απάντηση: ότι γνωρίζοντας καλή γραμματική της Αρχαίας, δίνουμε στον Νεοέλληνα τη δυνατότητα να διαβάζει τα κλασικά κείμενα από το πρωτότυπο, καθώς και όσα αττικίζουν ανά τους αιώνες, μέχρι και τον Παπαδιαμάντη, τον Ροΐδη και τον Βιζυηνό. Κατ’ αρχήν, είμαστε βέβαιοι ότι έτσι όντως του δίνουμε τη δυνατότητα αυτή; Επιπλέον, η καίρια ερώτηση εδώ είναι «και τότε γιατί δεν μπορούν (ακόμα και οι μεγαλύτεροι) Νεοέλληνες να διαβάσουν έστω και Παπαδιαμάντη, Ροΐδη και Βιζυηνό;». Βεβαίως δε γνωρίζω την απάντηση. Μπορώ όμως στο μεταξύ να κάνω μια ακόμα πιο εύκολη ερώτηση: «Αξίζει να κόβουμε διδακτικές ώρες από τα Νέα Ελληνικά για να εκπαιδεύσουμε τους νέους μας να διαβάζουνε Σοφοκλή, Πλάτωνα, Καινή Διαθήκη και Γρηγόριο Θεολόγο από το πρωτότυπο;» Με άλλα λόγια, γιατί να μη διαβάζουν αυτά και πολλά περισσότερα από μετάφραση;
Μεταφράσεις
Η απάντηση είναι γνωστή: χάνονται, λέει, πολλά στη μετάφραση. Οπωσδήποτε. Όπως όμως μας διδάσκει η μεταφρασιολογία, δε χάνονται λόγω των διαφορών ανάμεσα στις ίδιες τις γλωσσικές ποικιλίες (Αρχαία και Νέα εδώ), παρά γιατί στη μετάφραση πάντοτε χάνονται συμφραζόμενα και το γενικότερο περικείμενο (αυτό που αυτάρεσκα αποκαλείται κόντεξτ).
Επίσης, φρονώ ότι – όσα Αρχαία και να ξέρει κάποιος, κι όσο μεγάλο κι αν είναι το γραφείο του για να χωράει τον Liddell-Scott ανοιχτό πάνω του – πολλά περισσότερα χάνονται όταν διαβάζει κανείς ασχολίαστο το πρωτότυπο αρχαίο ή αττικίζον κείμενο. Κακά τα ψέματα: θα χάσουμε πολλά από τον Πλάτωνα και τον Σοφοκλή, όσο καλοί γνώστες κι αν είμαστε του πώς χρησιμοποιεί ο Πλάτωνας τα προτασιακά μόρια (ξέρετε: γε, δη, πάνυ, πάνυ γε κτλ.) στα επιχειρήματά του ή ο Σοφοκλής τη δωρική διάλεκτο στα χορικά του. Όπως, λόγου χάρη, ξέρει κάθε αγγλομαθής που αποπειράθηκε να διαβάσει Σαίξπηρ στο πρωτότυπο, τίποτε δεν αντικαθιστά μια καλή μετάφραση. Αυτά τα γράφει ένας άνθρωπος που έχει διαβάσει την Οδύσσεια στο πρωτότυπο (κι ευτυχώς ήδη ήξερε την υπόθεση του έργου) και τώρα διαβάζει τον Θουκυδίδη. Με ρυθμό μια σελίδα το δίμηνο.
.
Η επιστήμη δε δίνει (μόνον) απαντήσεις. Βασική αποστολή της επιστήμης είναι να κάνει ερωτήσεις και μάλιστα, αν είμαστε τυχεροί, τις σωστές ερωτήσεις. Ξεκινάω αυτό το άρθρο χωρίς να υποκρίνομαι ότι έχω απαντήσεις. Θα κάνω λοιπόν κάποιες ερωτήσεις για το θέμα της διδασκαλίας των Αρχαίων στο σχολείο από το πρωτότυπο. Δεν πρόκειται, φυσικά, να παραστήσω ότι πλησιάζω καν στο να εξαντλήσω το θέμα. Ελπίζω όμως να κάνω τις σωστές ερωτήσεις.
Μπαίνω λοιπόν κατευθείαν στο ψητό: γιατί διδάσκονται Αρχαία τα παιδιά μας; Η απάντηση σε αυτό το έρωτημα είναι είτε «για να μιλάνε καλύτερα ελληνικά», είτε «για να γνωριστούν καλύτερα με την αρχαία και την παλιότερη ελληνική γραμματεία». Εδώ προτίθεμαι να κάνω τις ερωτήσεις μου.
Λεξιλόγιο
Η διδασκαλία των Αρχαίων από το πρωτότυπο στη σύγχρονη ενσάρκωσή της δίνει μεγάλη έμφαση στη γνωριμία των μαθητών με το λεξιλόγιο της αρχαίας γλώσσας, προφανώς σε μια προσπάθεια να το καταστήσει χρήσιμο για τη νέα γλώσσα και λειτουργικό. Η ερώτησή μου εδώ είναι η εξής: Έχουμε ενδείξεις ότι κάτι τέτοιο είναι εφικτό; Και εάν ναι, υπάρχει έρευνα που να καταδεικνύει ότι η μεταλαμπάδευση αρχαίων λέξεων στη Νέα Ελληνική μπορεί να επιτευχθεί μέσα από τη συστηματική διδασκαλία του λεξιλογίου και της μορφολογίας της Αρχαίας Ελληνικής; Εάν ναι, καλώς. Εάν όχι, δε θα μπορούσαμε να διαθέσουμε τις διδακτικές ώρες και τους αντίστοιχους πόρους στη διδασκαλία λεξιλογίου κατά τις ώρες του μαθήματος της Νέας Ελληνικής;
Γραμματική
Η διδασκαλία των Αρχαίων από το πρωτότυπο στη σύγχρονη ενσάρκωσή της εξακολουθεί να εστιάζεται σε στοιχεία συντακτικού και στην πλούσια μορφολογία (και δη του ρήματος) της Αττικής διαλέκτου. Όλοι γνωρίζουμε ότι γραμματικά η Αττική διάλεκτος, αλλά και η ελληνιστική Κοινή και οι αττικίζουσες ποικιλίες, διαφέρουν πάρα πολύ από τη Νεοελληνική Κοινή. Οι πάμπολλες λειτουργίες των νεοελληνικών μορίων ‘να’ και ‘θα’ καλύπτονταν από διάφορους ρηματικούς τύπους ή και περιφράσεις της Αρχαίας. Από την άλλη το απαρέμφατο και η δοτική μάς έχουν αφήσει χρόνους εδώ και αιώνες. Και ούτω καθεξής. Συνεπώς δεν μπορούμε να μιλάμε για μπόλιασμα της νεοελληνικής γραμματικής με αρχαιοελληνικές δομές και τύπους. Η ερώτηση λοιπόν έρχεται αβίαστα: Γιατί δίνουμε τόσο μεγάλη έμφαση στη διδασκαλία της γραμματικής της Αρχαίας, και μάλιστα της ρηματικής μορφολογίας της, λ.χ. στην υποτακτική μέσου παρακειμένου;
Κείμενα
Στην τελευταία αυτή ερώτηση υπάρχει απάντηση: ότι γνωρίζοντας καλή γραμματική της Αρχαίας, δίνουμε στον Νεοέλληνα τη δυνατότητα να διαβάζει τα κλασικά κείμενα από το πρωτότυπο, καθώς και όσα αττικίζουν ανά τους αιώνες, μέχρι και τον Παπαδιαμάντη, τον Ροΐδη και τον Βιζυηνό. Κατ’ αρχήν, είμαστε βέβαιοι ότι έτσι όντως του δίνουμε τη δυνατότητα αυτή; Επιπλέον, η καίρια ερώτηση εδώ είναι «και τότε γιατί δεν μπορούν (ακόμα και οι μεγαλύτεροι) Νεοέλληνες να διαβάσουν έστω και Παπαδιαμάντη, Ροΐδη και Βιζυηνό;». Βεβαίως δε γνωρίζω την απάντηση. Μπορώ όμως στο μεταξύ να κάνω μια ακόμα πιο εύκολη ερώτηση: «Αξίζει να κόβουμε διδακτικές ώρες από τα Νέα Ελληνικά για να εκπαιδεύσουμε τους νέους μας να διαβάζουνε Σοφοκλή, Πλάτωνα, Καινή Διαθήκη και Γρηγόριο Θεολόγο από το πρωτότυπο;» Με άλλα λόγια, γιατί να μη διαβάζουν αυτά και πολλά περισσότερα από μετάφραση;
Μεταφράσεις
Η απάντηση είναι γνωστή: χάνονται, λέει, πολλά στη μετάφραση. Οπωσδήποτε. Όπως όμως μας διδάσκει η μεταφρασιολογία, δε χάνονται λόγω των διαφορών ανάμεσα στις ίδιες τις γλωσσικές ποικιλίες (Αρχαία και Νέα εδώ), παρά γιατί στη μετάφραση πάντοτε χάνονται συμφραζόμενα και το γενικότερο περικείμενο (αυτό που αυτάρεσκα αποκαλείται κόντεξτ).
Επίσης, φρονώ ότι – όσα Αρχαία και να ξέρει κάποιος, κι όσο μεγάλο κι αν είναι το γραφείο του για να χωράει τον Liddell-Scott ανοιχτό πάνω του – πολλά περισσότερα χάνονται όταν διαβάζει κανείς ασχολίαστο το πρωτότυπο αρχαίο ή αττικίζον κείμενο. Κακά τα ψέματα: θα χάσουμε πολλά από τον Πλάτωνα και τον Σοφοκλή, όσο καλοί γνώστες κι αν είμαστε του πώς χρησιμοποιεί ο Πλάτωνας τα προτασιακά μόρια (ξέρετε: γε, δη, πάνυ, πάνυ γε κτλ.) στα επιχειρήματά του ή ο Σοφοκλής τη δωρική διάλεκτο στα χορικά του. Όπως, λόγου χάρη, ξέρει κάθε αγγλομαθής που αποπειράθηκε να διαβάσει Σαίξπηρ στο πρωτότυπο, τίποτε δεν αντικαθιστά μια καλή μετάφραση. Αυτά τα γράφει ένας άνθρωπος που έχει διαβάσει την Οδύσσεια στο πρωτότυπο (κι ευτυχώς ήδη ήξερε την υπόθεση του έργου) και τώρα διαβάζει τον Θουκυδίδη. Με ρυθμό μια σελίδα το δίμηνο.
.
Ευθ. Φοίβος Παναγιωτίδης (από το μπλογκ γλωσσογραφίες)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου