Τρίτη 2 Φεβρουαρίου 2010

Αρχαία ελληνικά στην Α΄ γυμνάσιου: Ένα μάθημα… απολογείται! (σελίδα 8)

Αγωνία και ανασφάλεια χαρακτηρίζουν τη διδασκαλία της αρχαίας ελληνικής γλώσσας στο γυμνάσιο, κυρίως για τα παιδιά της Α΄ γυμνασίου που για πρώτη φορά έρχονται σε επαφή με το μάθημα. Οποιαδήποτε αποτυχία στη διδασκαλία χρεώνεται συνήθως στους μαθητές που «δυστυχώς» δεν κατανοούν όχι μόνο το μεγαλείο της γλώσσας αλλά κυρίως την αυτονόητη χρησιμότητά της στην καθημερινή τους ζωή και στην ευρύτερη καλλιέργειά τους.

Επειδή λοιπόν καμία λογική απάντηση δεν μπορεί να δοθεί, ώστε να πειστούν οι μαθητές για την αναγκαιότητα του μαθήματος, το μάθημα στρέφεται από την πρώτη στιγμή στην κατήχηση με σκοπό να διαμορφώσει μια δογματική πίστη και όχι μια λογική πεποίθηση για την αναγκαιότητα του. Είναι νομίζω το μόνο μάθημα που διδάσκεται στο ελληνικό σχολείο που απολογείται για την αναγκαιότητά του και επιδιώκει να προκαταλάβει διδάσκοντες και κυρίως διδασκόμενους για τις αντιρρήσεις που θα φέρουν και τη ματαιότητα που θα αισθανθούν κατά τη διδασκαλία.

Έτσι, στην Α΄ Γυμνασίου, στην τρυφερή ηλικία των 12 ετών, αρχίζει το μάθημα με ένα βομβαρδισμό ιδεολογημάτων με στόχο να προλάβει την αγανάκτηση των παιδιών για όσα θα ακολουθήσουν και να μεταφέρει πάνω τους όλες τις ενοχές και ευθύνες για τις ανυπέρβλητες συχνά δυσκολίες που θα αντιμετωπίζουν στο μάθημα αυτό τα επόμενα χρόνια.

Στη σελ. 8, λοιπόν, το βιβλίο της Α΄ Γυμνασίου ξεκινά με τα παρακάτω:

Ας δούμε πώς αρθρώνεται το πρώτο ιδεολόγημα:

1. «Η συγγένεια της Αρχαίας και της Νέας Ελληνικής είναι σαφής, αρκεί να δούμε πόσες λέξεις καταλήξεις, σημασίες κ.ά. της αρχαίας γλώσσας επιβιώνουν μέχρι τις μέρες μας ή πόσες φράσεις αρχαίες και αρχαιοπρεπείς λόγιες χρησιμοποιούνται σήμερα στον γραπτό ή προφορικό λόγο της Νέας Ελληνικής».

Πρώτη προτεραιότητα, απ’ ότι φαίνεται, η καλλιέργεια της πίστης ότι η Ελληνική γλώσσα είναι μία και ενιαία. Από τη στιγμή που τα παιδιά μπορούν να εντοπίσουν τόσες(!) φράσεις κοινές, είναι σίγουρο(!) πως θα προσεγγίσουν όχι άλλη αλλά τη δική τους(;) γλώσσα. Εμμονή και επιμονή στις ομοιότητες• ενώ αντίθετα, η πρώτη ματιά από τους μαθητές θα εντοπίσει γρήγορα και αποτελεσματικά πρώτα τις διαφορές. Αυτές όμως υπονομεύουν την αντίληψη για το ενιαίο της ελληνικής γλώσσας και την αναγκαιότητα του μαθήματος. Γι’ αυτό και το βιβλίο προσπαθεί όχι μόνο να καθοδηγήσει αλλά να χειραγωγήσει τη μαθητική ματιά, ώστε να προλάβει τις υπονομευτικές διαπιστώσεις.

Σιγά - σιγά βέβαια αποκαλύπτονται οι φράσεις που δεν καταλαβαίνουν ή δεν έχουν καν ακούσει πολλοί μαθητές, όπως «πυξ λαξ», «μη μου άπτου», «έπεα πτερόεντα», «ευ ζην», «το δις εξαμαρτείν ουκ ανδρός σοφού». Ωστόσο, η αφοριστική τοποθέτηση της εισαγωγής («Η συγγένεια της Αρχαίας και της Νέας Ελληνικής είναι σαφής, αρκεί να δούμε πόσες λέξεις καταλήξεις, σημασίες κ.ά. της αρχαίας γλώσσας επιβιώνουν μέχρι τις μέρες μας») απαγορεύει να εκφράσουν με παρρησία την «αδυναμία» τους. Για να το λέει το βιβλίο και ο καθηγητής έτσι θα είναι. Εκβιαστικά και σιωπηρά μεταθέτουν το πρόβλημα στους ίδιους και επιβεβαιώνουν τη λεξιπενία από την οποία τους είπαν ότι πάσχουν. Επομένως, για να τη θεραπεύσουν πρέπει να πιστέψουν δογματικά στη μαγική δύναμη της διδασκαλίας των αρχαίων «γιατί είναι η γλώσσα τους». Η ενοχή τροφοδοτεί την πίστη τους. Η κατήχηση πέτυχε!

2. «…πόσες φράσεις αρχαίες και αρχαιοπρεπείς λόγιες…»:

Τι να σημαίνει άραγε για τα παιδιά των 12 ετών η φράση «αρχαιοπρεπείς λόγιες»; Οι διευκρινίσεις που πιθανότατα θα δοθούν οδηγούν αναπόφευκτα στο συμπέρασμα ότι η αρχαία ελληνική είναι γλώσσα πρότυπο και γι’ αυτό χρησιμοποιήθηκε από τους μορφωμένους για την κατασκευή νεότερων λέξεων. Μ’ αυτόν τον τρόπο προστάτεψαν(;) τη γλώσσα από τις ξένες λέξεις και διέσωσαν(!) την εθνική ταυτότητα. Τέτοιοι συλλογισμοί επενδύουν μόνο στο θυμικό και είναι σαφές ότι εξυπηρετούν την καλλιέργεια φοβικών συνδρόμων με σκοπό τον πειθαναγκασμό των μικρών μαθητών.

3. «Στο προοίμιο της Οδύσσειας απαντούν λέξεις που χρησιμοποιούνται και στη Νέα Ελληνική με τη σημασία: Μούσα, πολύς, ιερός, άνθρωπος, πόντος, ψυχή, εταίρος, νόστος, αυτός, θεά».

Άλλο ένα επιχείρημα που υποτίθεται αποδεικνύει το ενιαίο της ελληνικής. Ωστόσο είναι φανερό πως αποκρύβει το ουσιώδες, δηλαδή, ότι αν τα παιδιά των 12 ετών διαβάσουν το προοίμιο δεν θα καταλάβουν απολύτως τίποτα. Έτσι θα ακυρωνόταν και η υποτιθέμενη απόδειξη ότι οι λέξεις αυτές δείχνουν ότι πρόκειται για την ίδια γλώσσα. Αρκεί άραγε ένας αυθαίρετος συσχετισμός ξεκάρφωτων κοινών λέξεων για να αποδειχθεί η συγγένεια μεταξύ δύο γλωσσών; Αν ναι, τότε πρέπει να αναζητήσουμε με τον ίδιο ακριβώς τρόπο της ίδιας τάξεως συγγένεια και με άλλες γλώσσες. Λέξεις με την ίδια σημασία στ’ αγγλικά είναι το σούπερ μάρκετ, πάρκινγκ, κ.α. στα γαλλικά το ασανσέρ, στα τούρκικα το γιαπί, κτλ. Αν δηλαδή ένας μαθητής διαβάσει τη φράση: «μπαμπά, άναψε το τζάκι», (την οποία μάλιστα καταλαβαίνει) της οποίας οι δύο από τις τέσσερις λέξεις είναι τουρκικές, αυτό σημαίνει ότι ξέρει τουρκικά; ή ότι, σύμφωνα με τη λογική του βιβλίου, υπάρχει συγγένεια μεταξύ των δύο γλωσσών;

Στην ηλικία αυτή τα παιδιά δεν μπορούν να αντισταθούν στις κατηχητικές διδασκαλίες ούτε πολύ περισσότερο να ελέγξουν κριτικά τις αποδείξεις που τους παρουσιάζουν. Μόνο ενοχές προκαλούν τέτοιες προσεγγίσεις για τη γλωσσική τους ικανότητα, ώστε να πειθαναγκάζονται να υποταχθούν στις απαιτήσεις ενός μαθήματος που αποδεικνύει το ίδιο το προοίμιό του πως είναι μόνο ιδεολογικές.


Σωτήρης Γκαρμπούνης
Βασίλης Συμεωνίδης
Το κείμενο αναφέρεται στο βιβλίο των Ν. Μπεζεντάκου, Αμφιλόχιου Παπαθωμά, Ευαγγελίας Λουτριανάκη και Βασίλειου Χαραλαμπάκη, Αρχαία Ελληνική Γλώσσα, Α΄ Γυμνασίου, Αθήνα: ΟΕΔΒ, 2008. Χρησιμοποιείται σαν εγχειρίδιο διδασκαλίας από το 2006-07

4 σχόλια:

Θερσίτης είπε...

Προσυπογράφω. Όσο αγαθές κι αν είναι οι προθέσεις των συγγραφέων, και μπορώ να το διαβεβαιώσω, τα ιδεολογήματα περί ενιαίας και αδιατάρακτης συνέχειας δεν μπορούν να μην τα αναμασήσουν. Καλή τη πίστει διαπράττουν μέγα ολίσθημα με πολύ σοβαρές επιπτώσεις για τους μαθητές. Η κ. Διαμαντοπούλου δε θα ανασύρει επιτέλους το ζήτημα; Ακόμη με επικοινωνιακά ζητήματα που πουλάνε θα ασοχλείται;

gyristroula2 είπε...

Ξέρω και σέβομαι τις απόψεις σας, εκλεκτοί μου συνάδελφοι, και με έχετε επηρεάσει σε πολλά, αλλά επιτρέψετέ μου να ρωτήσω το αφελές προβοκατόρικο ερώτημα:
Αυτό είναι το περισσότερο που μπορούμε; Να καταργήσουμε τα αρχαία; Κάπως άγονος αγώνας μου φαίνεται ετούτος. Τόσοι άξιοι δάσκαλοι, που έχουν κάνει παπάδες στις τάξεις τους- Συμεωνίδη σε έχω κατακλέψει κι εσένα να το ξέρεις- δεν θα ήταν προτιμότερο και προκλητικότερο να προτείνουν μια ευφάνταστη, εμπνευσμένη, κειμενοκεντρική, λεξο-μαγευτική, παιχνιδιάρικη διδασκαλία των παλιότερων ελληνικών μας; Θα έχαναν πολλά οι μαθητές από κάτι τέτοιο άραγε;
(Σας έριξα το γάντι, κύριοι, και θα ήμουν ευτυχής να επωφεληθώ από τη σύμπραξή σας και να τη στηρίξω με τις μικρές μου δυνάμεις.)

Vasilis Simeonidis είπε...

Θερσίτη, εμείς συνεχίζουμε ανεξάρτητα από την πολιτική που θα υιοθετήσει τελικά η υπουργός. Φαντάζομαι όμως ότι, αν, αν, αν κάτι αλλάξει προς την κατεύθυνση που ζητάμε τότε, τότε πολλοί θα έρθουν να μας πουν «εμείς τα λέγαμε». Τώρα κάθονται και απολαμβάνουν την κυριαρχία τους κρατώντας στο ένα χέρι τη Γραμματική και στο άλλο το Συντακτικό και μαστιγώνοντας 12χρονα παιδάκια που στο σπίτι βάζουν τα κλάματα. (Φυσικά δεν καταλογίζουμε κακές προθέσεις στους συναδέρφους).



Γυριστρούλα, χαίρομαι για το προβοκατόρικο ερώτημα, σ’ ευχαριστώ για τα καλά λόγια, αλλά αποφεύγω την παγίδα...

Όσα προτείνουμε εδώ σαν προσεγγίσεις είναι αποτέλεσμα της οπτικής που έχουμε διαμορφώσει με το Σωτήρη. Δε σου κάνει εντύπωση που προέρχονται από δυο καθηγητές της τάξης που βλέπουν τη ζημιά που γίνεται με τη διδασκαλία της αρχαίας ελληνικής στο γυμνάσιο;

Φαντάσου να είχαμε ακόμα ένα στοιχείο, την καλή γνώση για τη νεοελληνική όπου βασίζονται και οι διδακτικές προτάσεις μας. Και να μην είχαμε την αρνητική διάθεση των μαθητών εξαιτίας της δυσπεψίας που τους προκάλεσε το τάϊσμα με τα ωμά και ακατάλληλα για την ηλικία τους αρχαία... Μερικοί έρχονται στο Λύκειο με αλλεργικό σοκ!

Να τελειώνουμε με τα αρχαία στο γυμνάσιο. Να τελειώνουμε με την κατήχηση, τόσο στο γυμνάσιο όσο και στο λύκειο, για να μπορέσουμε να ασχοληθούμε με τη γνώση.

Σταυρούλα Τσιπλάκου είπε...

Εξαιρετικό κείμενο!