Η δεύτερη επισήμανση αποσκοπεί σε μια διασάφηση: Οι παλιότεροι εδώ μέσα θυμόμαστε ότι, όταν μιλούσαμε άλλοτε για τη «γλώσσα του σχολείου» ή για τη «γλώσσα της εκπαίδευσης», ο νους μας πήγαινε σε μια ιδιαίτερη μορφή γλώσσας, μια ξεχωριστή γλώσσα, που χρησιμοποιούνταν αποκλειστικά μέσα στο σχολείο. Και συμβαίνει συχνά σ' εκείνον που μελετά την ιστορία των εκπαιδευτικών πραγμάτων στη χώρα μας, όταν αναφέρεται στη γλώσσα του ελληνικού σχολείου κάποιας εποχής, να είναι αναγκασμένος, για να μας δώσει να καταλάβουμε για ποιά γλώσσα πρόκειται, να χρησιμοποιεί αρκετά προσδιοριστικά στοιχεία, γιατί, μες στο καθεστώς της μπερδεμένης γλωσσικής ιστορίας μας, το σχολείο ακολουθούσε έναν ιδιότυπο γλωσσικό δρόμο, αρχαΐζοντας ή απλουστεύοντας, κατά τους ορισμούς της ελληνικής πολιτείας. Σήμερα αυτό πια δε συμβαίνει. «Γλώσσα του σχολείου», ως ιδιαίτερη μορφή γλώσσας, παραλλαγή της χρησιμοποιούμενης γενικά γλώσσας, σήμερα δεν υπάρχει. Και τον όρο «γλώσσα του σχολείου» (ή «γλώσσα της εκπαίδευσης») δεν τον χρησιμοποιούμε παρά με τοπικό περιεχόμενο, για να ορίσουμε το χώρο στον οποίο γίνεται η χρήση της κοινής μας γλώσσας.
Το κατά καιρούς ανακυκλούμενο ερώτημα «Ποια είναι η γλωσσική κατάρτιση των μαθητών;» έχει, στις ημέρες μας, την απλούστατη απάντηση «Όποια είναι η γλωσσική κατάρτιση των μεγαλυτέρων». Πραγματικά σήμερα, περισσότερο από τα παλιότερα χρόνια, το σχολείο επηρεάζεται σε όλα -και στη γλώσσα- από τον κοινωνικό περίγυρο και δέχεται την πολλαπλή επίδραση του παράλληλου σχολείου. (Και ενώ παλιότερα, στο καθεστώς της καθαρεύουσας, η γλωσσική διδασκαλία γινόταν αποκλειστικά και μόνο στο σχολείο -η οικογένεια και το κοινωνικό περιβάλλον χρησιμοποιούσαν τη δημοτική-, σήμερα όλα αυτά, και το σχολείο, επιδρούν ομοιόμορφα -όχι βέβαια και ισόποσα- στη γλωσσική αγωγή του παιδιού).
Στο σημείο αυτό θα ήθελα να πω δυο λόγια για τη γλωσσική κατάρτιση των μεγαλυτέρων. Είναι αλήθεια πως από έλλειψη γλωσσικής παιδείας αλλά και εξαιτίας του γεγονότος ότι μεγαλώσαμε μέσα σε ανώμαλο γλωσσικό καθεστώς, πολλοί από μας κακομεταχειριζόμαστε τη δημοτική γλώσσα σήμερα. Όπως το έχω γράψει και άλλοτε, είτε αρχαΐζουμε ασυναίσθητα είτε εκλαϊκεύουμε ασύστατα. «Άνθρωποι συνηθισμένοι στο γλωσσικό καθεστώς της καθαρεύουσας, που τη χρησιμοποιούσαν στο γραπτό τους λόγο κατά τρόπο υποφερτό, που είχαν αφομοιώσει ύστερα από αγωνιώδεις και κοπιαστικές προσπάθειες μιας ζωής τα γνωστά καλούπια της (γραμματικούς τύπους, συντάξεις, λεξιλόγιο), βρέθηκαν ξαφνικά μπροστά στην απαίτηση 'να γράφουν όπως μιλάνε'. Απ' την άλλη μεριά είναι εκείνοι που με το ζήλο του νεοφώτιστου νόμισαν πως δημοτική γλώσσα σημαίνει ισοπέδωση των πάντων (γραμματικών τύπων και σύνταξης), χρήση χαρακτηριστικών λαϊκών στοιχείων κι εκεί όπου το γλωσσικό επίπεδο δεν το επιτρέπει κτλ. Έτσι είναι φυσικό να ανακύψουν κάποια προβλήματα γλωσσικά, πραγματικά ή φανταστικά, κυρίως όμως είναι η έλλειψη ψυχολογικής ετοιμότητας που ορθώνει τις σοβαρότερες δυσκολίες στη χρήση της δημοτικής.
Το κατά καιρούς ανακυκλούμενο ερώτημα «Ποια είναι η γλωσσική κατάρτιση των μαθητών;» έχει, στις ημέρες μας, την απλούστατη απάντηση «Όποια είναι η γλωσσική κατάρτιση των μεγαλυτέρων». Πραγματικά σήμερα, περισσότερο από τα παλιότερα χρόνια, το σχολείο επηρεάζεται σε όλα -και στη γλώσσα- από τον κοινωνικό περίγυρο και δέχεται την πολλαπλή επίδραση του παράλληλου σχολείου. (Και ενώ παλιότερα, στο καθεστώς της καθαρεύουσας, η γλωσσική διδασκαλία γινόταν αποκλειστικά και μόνο στο σχολείο -η οικογένεια και το κοινωνικό περιβάλλον χρησιμοποιούσαν τη δημοτική-, σήμερα όλα αυτά, και το σχολείο, επιδρούν ομοιόμορφα -όχι βέβαια και ισόποσα- στη γλωσσική αγωγή του παιδιού).
Στο σημείο αυτό θα ήθελα να πω δυο λόγια για τη γλωσσική κατάρτιση των μεγαλυτέρων. Είναι αλήθεια πως από έλλειψη γλωσσικής παιδείας αλλά και εξαιτίας του γεγονότος ότι μεγαλώσαμε μέσα σε ανώμαλο γλωσσικό καθεστώς, πολλοί από μας κακομεταχειριζόμαστε τη δημοτική γλώσσα σήμερα. Όπως το έχω γράψει και άλλοτε, είτε αρχαΐζουμε ασυναίσθητα είτε εκλαϊκεύουμε ασύστατα. «Άνθρωποι συνηθισμένοι στο γλωσσικό καθεστώς της καθαρεύουσας, που τη χρησιμοποιούσαν στο γραπτό τους λόγο κατά τρόπο υποφερτό, που είχαν αφομοιώσει ύστερα από αγωνιώδεις και κοπιαστικές προσπάθειες μιας ζωής τα γνωστά καλούπια της (γραμματικούς τύπους, συντάξεις, λεξιλόγιο), βρέθηκαν ξαφνικά μπροστά στην απαίτηση 'να γράφουν όπως μιλάνε'. Απ' την άλλη μεριά είναι εκείνοι που με το ζήλο του νεοφώτιστου νόμισαν πως δημοτική γλώσσα σημαίνει ισοπέδωση των πάντων (γραμματικών τύπων και σύνταξης), χρήση χαρακτηριστικών λαϊκών στοιχείων κι εκεί όπου το γλωσσικό επίπεδο δεν το επιτρέπει κτλ. Έτσι είναι φυσικό να ανακύψουν κάποια προβλήματα γλωσσικά, πραγματικά ή φανταστικά, κυρίως όμως είναι η έλλειψη ψυχολογικής ετοιμότητας που ορθώνει τις σοβαρότερες δυσκολίες στη χρήση της δημοτικής.
Δ. Τομπαΐδης
Δημόσιος Διάλογος για τη Γλώσσα, 19 Ιανουαρίου 1985, γήπεδο Μίλωνα
Δημόσιος διάλογος για τη γλώσσα, Αθήνα: Δόμος, 1988, σελ. 122-123
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου